Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Ιστορία δύο πόλεων - Τσαρλς Ντίκενς

"Ιστορία δύο πόλεων" 

Τσαρλς Ντίκενς 

 


Την «Ιστορία δύο πόλεων» τη «λιβάνιζα» καιρό τώρα. Ξεκίνησα να διαβάζω το πρωτότυπο κείμενο – ναι το αγγλικό – αλλά δεν τα κατάφερα. Αποφάσισα να αγοράσω την ελληνική μετάφραση. Δίλημμα πάλι, ποια έκδοση να προτιμήσω. Τελικά κατέληξα στην πιο πρόσφατη, αυτή του Ψυχογιού, και δεν το μετάνιωσα. Όμορφη έκδοση, αρκετά προσεγμένη, με μετάφραση που μου θύμισε πολύ το πρωτότυπο κείμενο, χωρίς να λείπουν βέβαια τα λάθη.

Ξεκινάω λοιπόν και διαβάζω:

"Ήταν οι καλύτεροι καιροί, ήταν οι χειρότεροι καιροί, ήταν η εποχή της σοφίας, ήταν η εποχή της ανοησίας, ήταν τα χρόνια της πίστης, ήταν τα χρόνια της δυσπιστίας, ήταν η εποχή του Φωτός, ήταν η εποχή του Σκότους, ήταν η Άνοιξη της ελπίδας, ήταν ο χειμώνας της απελπισίας, είχαμε τα πάντα μπροστά μας, δεν είχαμε τίποτα μπροστά μας, πηγαίναμε όλοι γραμμή για τον Παράδεισο, πηγαίναμε γραμμή όλοι προς την αντίθετη κατεύθυνση - κοντολογίς, η περίοδος εκείνη έμοιαζε τόσο πολύ με την τωρινή, που κάποιες από τις πιο θορυβώδεις αρχές της επέμεναν, για καλό ή για κακό, να γίνεται αντιληπτή με ακραίες αντιθέσεις μονάχα."

Σκέψεις που θα ταίριαζαν στο σήμερα, αλλά όχι. Ο Ντίκενς στήνει την ιστορία του ανάμεσα σε δύο πόλεις, στο Λονδίνο και το Παρίσι. Αναφέρεται στην εποχή της Γαλλικής Επανάστασης και μάλιστα επικεντρώνεται στην περίοδο της τρομοκρατίας, κατά την οποία θανατώθηκαν στη Γαλλία πάνω από 40.000 άνθρωποι ως ύποπτοι για αντεπαναστατική δράση. Αναφέρεται στην περίοδο αυτή με τρόπο αριστοτεχνικό, αφού σχεδόν αντιπαραβάλλει την άγρια χαρά που βιώνουν όσοι είχαν αδικηθεί και καταπιεστεί στο παρελθόν και πλέον έχουν την εξουσία στα χέρια τους και την αγωνία που βιώνουν όσοι στέλνονται στη γκιλοτίνα, κάποιες φορές άδικα.

Ο παντογνώστης αφηγητής παίρνει συχνά το λόγο για να περιγράψει τη ζοφερή κατάσταση που επικρατεί στο Παρίσι, αλλά και να μας προετοιμάσει για όσα πρόκειται να συμβούν. Δημιουργεί ατμόσφαιρα σκοτεινή, ζοφερή, γεμάτη φόβο, θάνατο, αδικία και αίμα.

Στην «Ιστορία δύο πόλεων» ο Ντίκενς πλάθει ήρωες που προσιδιάζουν σε αυτούς της αρχαίας τραγωδίας. Ο δόκτωρ Μανέτ, του οποίου την πορεία μαθαίνουμε προς το τέλος του βιβλίου, είναι ένας άνθρωπος αδικημένος, που ξαναβρίσκει την ευτυχία μετά από μία μακρά περίοδο δυστυχίας και σε μεγάλο μέρος του έργου φοβόμαστε ότι θα την απωλέσει ξανά, τόσο αυτός όσο και οι οικείοι του. Άλλωστε ο συγγραφέας φροντίζει τακτικά να αναζωπυρώνει τον φόβο μας αυτό.  «”Δεν είναι εντυπωσιακό, κύριε Ντάρνεϊ; ” ρώτησε η Λούσι. ”Μερικές φορές έχω καθίσει εδώ το βράδυ, ώσπου φαντάστηκα – όμως, ως και μια ανόητη φαντασίωση με κάνει να αναρριγώ απόψε, όταν τα πάντα είναι μαύρα και σοβαρά-” […] ”Θα σας φανεί ασήμαντο. Τέτοιες ιδέες είναι εντυπωσιακές μόνο καθώς πλάθονται νομίζω∙ και δεν μπορούν να μεταδοθούν. Έχω καθίσει μερικές φορές μόνη εδώ κάποια βράδια ακούγοντας, ώσπου οι αντίλαλοι μου φάνηκε πως ήταν από βήματα που σύντομα θα μπουν στη ζωή μας”.» αναφέρει η Λούσι, κόρη του δόκτωρ Μανέτ, σαν ένα προμήνυμα μέσα στην ευτυχή περίοδο της ζωής της. Και πράγματι το γύρισμα της τύχης θα έρθει και πάλι και η δυστυχία θα διαδεχθεί την ευτυχία. Όμως ο Ντίκενς είχε φροντίσει για έναν «από μηχανής» θεό που θα δημιουργήσει το ευτυχές τέλος.

Ο συγγραφέας δημιουργεί περίτεχνα την πλοκή του έργου του και καταφέρνει να δείξει με τα πιο γλαφυρά χρώματα πώς η αδικία και η καταπίεση μετατρέπονται σε οργή και άγρια χαρά για εκδίκηση. Πώς ένας καταπιεσμένος λαός, που αργοπεθαίνει καθημερινά από τη φτώχεια και την ανέχεια, φτάνει να πλέξει το πλεκτό της εκδίκησής του. Πώς ένας άνθρωπος μετατρέπεται σε άγριο θηρίο χάνοντας κάθε είδος ανθρωπιάς και φτάνει να ζητωκραυγάζει για τον θάνατο άλλων ανθρώπων. Πώς το θύμα παίρνει τη θέση του θύτη και το αντίστροφο.

Παρόλο που θα φανταστεί κανείς πως πρόκειται για ένα βιβλίο απαισιόδοξο, διαβάζοντάς το θα αντιληφθεί πως μόνο τέτοιο δεν είναι. Ο Ντίκενς μέσα από το σκοτάδι και την απελπισία καταφέρνει να φέρει στην επιφάνεια την ελπίδα και το φως. Μας οδηγεί στη σκέψη πως σε κάθε εποχή θα υπάρχουν πάντοτε άνθρωποι έτοιμοι να δώσουν τα πάντα για όσους αγαπούν. Όπως αναφέρεται άλλωστε στο οπισθόφυλλο «Να σκέφτεστε πού και πού ότι υπάρχει ένας άνθρωπος που θα έδινε τη ζωή του για να κρατήσει πλάι σας μια ζωή που αγαπάτε!»


Ιστορία δύο πόλεων | Τσαρλς Ντίκενς | μεταφρ. Μ. Μακρόπουλος | εκδ. Ψυχογιός


Αν θέλετε να ενημερώνεστε για τις καινούργιες αναρτήσεις του blog μπορείτε να ακολουθήσετε/κάνετε like στη σελίδα Λογοτεχνία παντού στο facebook!

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ελέφαντας - Ρέιμοντ Κάρβερ

Όταν πήγα να αγοράσω τους Αρχάριους του Κάρβερ, ο υπάλληλος του βιβλιοπωλείου και φίλος είπε πως θα πρέπει να διαβάσω οπωσδήποτε και τον Ελέφαντα .  Ολοκλήρωσα τους Αρχάριους . Ενθουσιάστηκα. Έγραψα για αυτό και τελικά παρήγγειλα και τον Ελέφαντα . Δεν έψαξα καν την περιγραφή του βιβλίου. Ήμουν σίγουρη πως θα έχει τον ίδιο αντίκτυπο μέσα μου με το προηγούμενο. Πιάνοντας στα χέρια μου ένα βιβλίο με τόσο αινιγματικό τίτλο συνήθως ξεκινάω τις εικασίες. Δε διαβάζω το οπισθόφυλλο, από φόβο μήπως μου αποκαλύψει τη σημασία του τίτλου. Η συλλογή διηγημάτων του Ρέιμοντ Κάρβερ, με τίτλο Ελέφαντας , είναι ένα από αυτά τα βιβλία. Γιατί ελέφαντας αναρωτιόμουν και όσο προχωρούσα από το ένα διήγημα στο άλλο, τόσο πιο πολύ έπειθα τον εαυτό μου πως ο ελέφαντας είναι αυτό το βαρύ συναίσθημα που πλακώνει τους ανθρώπους για όσα βιώνουν στις ιστορίες αυτές. Ο Κάρβερ βέβαια με διέψευσε πανηγυρικά, η απάντηση ήρθε στο ομώνυμο διήγημα. Άλλωστε ο ελέφαντας δεν είναι απαραίτητο να σε πλακώσει με το βάρος του

Άλφρεντ & Έμιλυ - Ντόρις Λέσινγκ

Το συγκεκριμένο βιβλίο δεν κατάλαβα πώς έφτασε στα χέρια μου. Δεν είχα σκοπό να το αγοράσω, ούτε να αγοράσω βιβλία γενικώς εκείνη τη μέρα. Βρέθηκα στο παζάρι βιβλίου της Κοτζιά – πριν 2 ή 3 χρόνια – και απλώς μου τράβηξε την προσοχή. Δεν το πολυσκέφτηκα – η τιμή του ήταν εξαιρετική – και το αγόρασα. Το Άλφρεντ & Έμιλυ είναι το τελευταίο βιβλίο της Ντόρις Λέσινγκ, η οποία τιμήθηκε στα 87 της χρόνια (2007) με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Στο έργο της αυτό μιλά για τη ζωή των γονιών της. Χωρίζει το βιβλίο σε δύο μέρη. Το πρώτο περιέχει μία φανταστική ιστορία με πρωταγωνιστές τους γονείς της, οι οποίοι ζουν όμως μία άλλη φανταστική ζωή που τους έδωσε η συγγραφέας. Το δεύτερο μέρος περιέχει τις αναμνήσεις της από τους γονείς της και από τη ζωή τους στη Βρετανική αποικία της Ζιμπάμπουε όπου μεγάλωσε. Για να είμαι ειλικρινής το πρώτο μέρος το βρήκα βαρετό. Μία ιστορία με πλούσιους και φτωχούς, με αστούς και επαρχιώτες, με φιλανθρωπίες και μουσικές βραδιές. Τίποτα ιδιαίτερο. Η Λέσινγκ έφτιαξ